Φουντώνει η μάχη στις προθεσμιακές καταθέσεις με τα επιτόκια να φθάνουν ακόμα και το 5% για μεγάλα ποσά. Στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την πολυπόθητη ρευστότητα, οι τράπεζες δίνουν «γην και ύδωρ» στους καταθέτες, καθώς οι πόρτες του δανεισμού από τη διατραπεζική αγορά παραμένουν ακόμα κλειστές.
Η μία μετά την άλλη, μικρές και μεγάλες τράπεζες «ρίχνουν» στην αγορά νέα, δελεαστικά προϊόντα, με κοινό παρονομαστή τις υψηλές αποδόσεις για όσους επιλέξουν να εμπιστευθούν σε αυτές τις οικονομίες τους. Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί αυτή την ώρα στην αγορά είναι ότι για παραδοσιακές προθεσμιακές καταθέσεις, διάρκειας από 3 έως 12 μήνες, το επιτόκιο κυμαίνεται ανάμεσα στο 4% και 5% (για μεγάλα ποσά) ενώ στις λεγόμενες κλιμακωτές καταθέσεις υπάρχουν επιτόκια- κράχτες που φθάνουν ακόμα και το πρωτοφανές 10%. Οπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, στα επίπεδα αυτά οι αποδόσεις είναι ευκαιρία για όσους θέλουν να τοποθετήσουν τα χρήματά τους σε κάποιας μορφής προθεσμιακή κατάθεση για διάστημα ενός έτους, εξασφαλίζοντας υψηλούς τόκους και ασφάλεια καθώς οι καταθέσεις καλύπτονται από το κράτος για ποσά έως 100.000 ευρώ (ανά δικαιούχο και ανά τράπεζα). Μάλιστα σε αντίθεση με το παρελθόν, όταν υψηλά επιτόκια έδιναν μόνο οι μικρότερες τράπεζες, στο παιχνίδι των υψηλών αποδόσεων συμμετέχουν πλέον και μεγαλύτερου μεγέθους τράπεζες οι οποίες αναζητούν ρευστότητα από το εσωτερικό, προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει επανειλημμένως τονίσει ότι ειδικά σε μία περίοδο κατά την οποία οι τράπεζες δέχονται τόσο ισχυρές πιέσεις, η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί. Ο πόλεμος μεταξύ των τραπεζών αναμένεται να διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι τον Σεπτέμβριο. Τότε- και αν τα δεδομένα για τις ελληνικές τράπεζες βελτιωθούν- αναμένεται πτώση των αποδόσεων. Με αυτήν την προϋπόθεση τα επιτόκια καταθέσεων από το 4% έως και 5% που έχουν «σκαρφαλώσει» σήμερα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν σε 3%- 4%. Οι λόγοι για τους οποίους οι τράπεζες ωθούνται στο να αναζητήσουν χρήματα από τους εγχώριους καταθέτες, ανεβάζοντας αντίστοιχα τον πήχυ των επιτοκίων είναι τρεις: 1) Η φυγή σημαντικών κεφαλαίων προς το εξωτερικό. 2) Η απροθυμία δανεισμού προς τις ελληνικές τράπεζες από τις διεθνείς αγορές. 3) Η αυξημένη ανάγκη για ρευστότητα, τόσο για να χρηματοδοτηθούν επενδυτικές δραστηριότητες όσο και για να διατηρηθεί σε αποδεκτά επίπεδα ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις. Για μεγάλα ποσά Εντούτοις, οι υψηλές αποδόσεις δεν αφορούν το σύνολο των καταθετών, καθώς απαιτούν ως προϋπόθεση την ύπαρξη σημαντικών ποσών σε μετρητά. Το ελάχιστο για τα περισσότερα τραπεζικά προϊόντα με υψηλές αποδόσεις είναι τα 30.000 ευρώ, ενώ σε πολλές περιπτώσεις τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ζητούν κεφάλαια από 50.000 ή 100.000 ευρώ προκειμένου να ανταμείψουν τους πελάτες με υψηλά επιτόκια. Οι μεγάλοι χαμένοι της υπόθεσης δεν είναι άλλοι από τους μικροκαταθέτες, οι οποίοι βλέπουν τις οικονομίες τους να τοκίζονται με επιτόκια που χαρακτηρίζονται μάλλον ως «συμβολικά». Σε απόλυτους αριθμούς, οι αποδόσεις στο ταμιευτήριο κυμαίνονται ανάμεσα στο 0,25% και το 1%, σαφώς χαμηλότερα από τον επίσημο πληθωρισμό. Σημειώνεται πάντως ότι τα σημερινά επίπεδα στις προθεσμιακές καταθέσεις δεν είναι από τα υψηλότερα επιτόκια των τελευταίων ετών, καθώς μεσούσης της διεθνούς οικονομικής κρίσης το 2008/2009 τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων είχαν ξεπεράσει ακόμα και το 6% σε ετήσια βάση για να αποκλιμακωθούν στη συνέχεια. Μόδα οι κλιμακωτές καταθέσεις ΠΕΡΑ από τις κλασικές προθεσμιακές καταθέσεις, η νέα προσθήκη στον τραπεζικό χάρτη είναι οι λεγόμενες κλιμακωτές καταθέσεις. Μέσω αυτών, οι τράπεζες φιλοδοξούν να «δέσουν» τους πελάτες τους για μεγάλο χρονικό διάστημα. Παράλληλα όμως τους δίνουν και μια επίφαση ελευθερίας, καθώς οι περισσότεροι καταθέτες δεν είναι διατεθειμένοι να «κλειδώσουν» τα χρήματά τους για περισσότερους από δύο ή τρεις μήνες. Ετσι, οι καταθέσεις αυτού του τύπου προσφέρουν κλιμακωτή αύξηση του επιτοκίου κάθε μήνα, δίνοντας υψηλότερες αποδόσεις σε όσους μείνουν «πιστοί» στην τράπεζα για μεγάλο χρονικό διάστημα, έως 24 μήνες. Μάλιστα σε αυτή την κατηγορία οι τράπεζες πολύ συχνά διαθέτουν προϊόντα- κράχτες στα οποία τα επιτόκια φτάνουν ακόμα και το 10% για έναν μήνα, συνήθως τον τελευταίο. Αυτό συμβαίνει όμως μόνο υπό την προϋπόθεση ότι ο πελάτης θα παραμείνει στην τράπεζα, χωρίς να «σηκώσει» μέρος ή το σύνολο των χρημάτων του.
ΑΠΟ ΤΑ ΝΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου