ΑΠΟ ΤΗΝ ATHENS VOICE
Λένε κάποιοι με μια δόση χαιρεκακίας, σίγουροι ότι τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει σ’ αυτή τη χώρα, ότι η ικανότητα λήθης της ελληνικής κοινωνίας είναι μοναδικό φαινόμενο. Δεν έχουν περάσει ούτε 6 μήνες από τον Μάρτιο κι όμως φαίνεται σαν να έχουμε ξεχάσει τι συνέβη τότε. Χρεοκοπήσαμε ως κράτος, δεν είχαμε ούτε να πληρώσουμε τους μισθούς και τις συντάξεις του μήνα, δεν μας δάνειζε κανένας, τα επιτόκια είχαν φθάσει στο 13% και ακόμα και μ’ αυτά δεν διακινδύνευε κανένας να δανείσει μια χρεοκοπημένη χώρα. Προσπαθήσαμε πολύ, διεθνοποιήσαμε το πρόβλημα, η ευρωπαϊκή κοινότητα κατάλαβε ότι η δικιά μας πτώχευση μπορεί να παρέσυρε όλο το οικοδόμημα και μας δάνεισαν 110 δις ευρώ με επιτόκιο κάτι παρακάτω από 5%. Μπορέσαμε έτσι να αποφύγουμε τον «ξαφνικό θάνατο», να πάρουμε μια ανάσα και να κερδίσουμε λίγο χρόνο για να κάνουμε όσα έπρεπε εδώ και δεκαετίες να αλλάξουμε.
Λένε κάποιοι με μια δόση χαιρεκακίας, σίγουροι ότι τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει σ’ αυτή τη χώρα, ότι η ικανότητα λήθης της ελληνικής κοινωνίας είναι μοναδικό φαινόμενο. Δεν έχουν περάσει ούτε 6 μήνες από τον Μάρτιο κι όμως φαίνεται σαν να έχουμε ξεχάσει τι συνέβη τότε. Χρεοκοπήσαμε ως κράτος, δεν είχαμε ούτε να πληρώσουμε τους μισθούς και τις συντάξεις του μήνα, δεν μας δάνειζε κανένας, τα επιτόκια είχαν φθάσει στο 13% και ακόμα και μ’ αυτά δεν διακινδύνευε κανένας να δανείσει μια χρεοκοπημένη χώρα. Προσπαθήσαμε πολύ, διεθνοποιήσαμε το πρόβλημα, η ευρωπαϊκή κοινότητα κατάλαβε ότι η δικιά μας πτώχευση μπορεί να παρέσυρε όλο το οικοδόμημα και μας δάνεισαν 110 δις ευρώ με επιτόκιο κάτι παρακάτω από 5%. Μπορέσαμε έτσι να αποφύγουμε τον «ξαφνικό θάνατο», να πάρουμε μια ανάσα και να κερδίσουμε λίγο χρόνο για να κάνουμε όσα έπρεπε εδώ και δεκαετίες να αλλάξουμε.
Τότε φαινόταν σαν όλοι, λίγο πολύ, να είχαν συναισθανθεί την κρισιμότητα της κατάστασης. Λίγους μήνες μετά μοιάζει σαν όλοι να επιστρέφουν στους παλιούς εαυτούς τους, στις παθογένειες που κρατούν αγκυλωμένη την κοινωνία.
Η κυβέρνηση περιόρισε 15-20% τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων, όπως ξαναείχε γίνει στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και του ’90. Φόρτωσε όλη την αγορά με νέους φόρους, έμμεσους φόρους, αυξήσεις στον ΦΠΑ, έκτακτες εισφορές, ειδικές εισφορές, ό,τι φόρο μπορούσε να φανταστεί. Μαζεύτηκε έτσι λίγο το έλλειμμα. Κι εκεί, την ώρα που άρχιζαν τα πραγματικά δύσκολα, την ώρα που έπρεπε να ξεκινήσουν όλες οι μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα άλλαζαν το μοντέλο που δεν λειτουργούσε πια, η φόρα άρχισε να μειώνεται, επανήλθε ο εφησυχασμός. Οι αντιμεταρρυθμιστικές δυνάμεις φρενάρουν κάθε απόπειρα αλλαγής, πιστεύοντας ότι ζούμε άλλες εποχές, ότι είναι δυνατόν ακόμα και σε συνθήκες χρεοκοπίας να διατηρήσουν το σύστημα που μέχρι τώρα τους απέφερε κέρδη.
Την ώρα που κάποιοι υπουργοί συνειδητοποιούσαν μέσα από τη συνεργασία τους με τα όργανα της κοινότητας ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος και δούλευαν, οι άλλοι μισοί άλλαζαν ονόματα στα υπουργεία αφού δεν ήθελαν να αλλάξουν την πραγματικότητα, ίδρυαν και καταργούσαν υπουργεία σε κάθε ανασχηματισμό, άλλαζαν δραστηριότητες, μετέφεραν υπηρεσίες από το ένα υπουργείο στο άλλο ως «προίκα υπουργών», διόριζαν συνδικαλιστές αντί να μειώνουν τα ελλείμματα των νοσοκομείων, έψαχναν εμίρηδες επενδυτές, διαγωνίζονταν ποιος θα βάλει το δικό του εκλεκτό σε κάθε θέση με αποτέλεσμα να μην μπαίνει κανένας για μήνες, έβαζαν και έβγαζαν τον Φασούλα από τα ψηφοδέλτια, τσακώνονταν για το ποιος θα ορίσει αντιπεριφερειάρχη το «δικό του άνθρωπο». Και όλοι μαζί έβγαιναν κάθε μέρα σεργιάνι στην τηλεόραση για να προφυλάξουν το προσωπικό τους, ευαίσθητο προφίλ, που σπάραζε από λύπη για τα κακά που η τρόικα επέβαλλε στην κοινωνία.
Αν η αδυναμία της κυβέρνηση είναι λυπηρή, ο καιροσκοπισμός της αντιπολίτευσης αγγίζει τον κυνισμό. Σίγουροι ότι μετέθεσαν την καυτή πατάτα στα χέρια της κυβέρνησης η οποία θα υποστεί τη φθορά, συναγωνίζονται σε λαϊκισμό και δημαγωγία ο ένας τον άλλο, σε σημείο που να μην ξέρεις πια ποιος είναι ποιος. Από το «το έλλειμμα δεν είναι τίποτα, σε 18 μήνες θα το ’χω μηδενίσει» μέχρι το «δεν υπάρχει κρίση, είναι παραμύθι χωρίς δράκο», δημιουργούν αυταπάτες, εφησυχασμό, ενισχύουν κάθε αντίδραση απ’ όπου κι αν προέρχεται. Μαζί και τα χρεοκοπημένα, κρατικοδίαιτα σε μεγάλο βαθμό μέσα ενημέρωσης, που δίνουν ρέστα σε λαϊκισμό εκβιάζοντας τη σωτηρία τους με ένα ακόμα κρατικά εγγυημένο δάνειο. Από τα δεξιά μέχρι τα αριστερά, περνώντας από το «βαθύ Πασόκ» και με ντουντούκα τα ΜΜΕ, το αντιμεταρρυθμιστικό μέτωπο που φρέναρε και την προηγούμενη απόπειρα σύγκλισης με την Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας, είναι πάλι εδώ και δίνει τον τόνο. Μόνο που αυτή τη φορά δεν υπάρχουν περιθώρια, μπροστά είναι μόνο η πτώχευση. Όλο αυτό το μέτωπο της στασιμότητας αυτοονομάζεται «αντιμνημονιακή πολιτική».
Τι σημαίνει αντιμνημονιακή πολιτική; Όλα μαζί και τίποτα. Τσάμπα μαγκιές, αντιστασιακοί καφενείου, δημαγωγία. Τι σημαίνει μνημόνιο; Δεν υπάρχει Μνημόνιο. Υπάρχει Δάνειο. Οι δημοσκοπήσεις ρωτάνε την ανύπαρκτη ερώτηση: «Είσαστε υπέρ ή κατά του μνημονίου»; Ποιος είναι υπέρ; Όλοι κατά είμαστε. Είναι σαν να ρωτάς κάποιον αν του αρέσουν οι όροι αποπληρωμής του δανείου του. Όλοι καλύτερους θα τους θέλαμε. Όμως αυτή τη στιγμή όλη η Ελλάδα ζητάει ένα δάνειο, όλοι κατηγορούμε τις τράπεζες που δεν δίνουν δάνεια, όλοι θέλουμε κεφάλαια κίνησης, στεγαστικό, πιστωτικές κάρτες, ένα δάνειο για να περάσει η μπόρα, η ύφεση. Κανείς δεν είναι ευχαριστημένος με τους όρους, αλλά όλοι θέλουμε ένα δάνειο. Δεν γίνεται αλλιώς, αλλιώς σταματάνε όλα. Η άλλη ερώτηση «μπορούσαμε να αποφύγουμε το μνημόνιο;» είναι ακόμα πιο αστεία. Είναι επιπέδου δημοψηφίσματος στη «σούπερ μπάλα». Πιστεύετε ότι θα φτάσει ο Ολυμπιακός στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ; Βεβαίως πιστεύουμε, τι να πούμε, όχι; Ερωτήσεις επιθυμίας που πλαστά παρουσιάζονται ως πολιτικές επιλογές. Όλοι κάτι καλύτερο επιθυμούμε, κι εγώ, καθένας από μας το βράδυ στο κρεβάτι του ονειρεύεται, δεν θα μπορούσα να τα κάνω καλύτερα; Να είχα μια φαεινή ιδέα, να μην είχα κάνει αυτά τα λάθη, να είχε έρθει ένας επενδυτής σοβαρός, να είχα κάνει τα μαγικά μου, τα κόλπα μου, να είχα παίξει τη μπάλα που με καθιέρωσε, αχ, να ’χα κάνει τις σωστές κινήσεις όταν έπρεπε, πώς θα τα απέφευγα όλα τα δυσάρεστα… και σε παίρνει ο ύπνος και σε πάει εκεί όπου όλα γίνονται όπως θα τα ’θελες, στα όνειρα. Και το πρωί βάζεις το κοστούμι σου και πας στην τράπεζα και λες, κυρία Τράπεζα, για κείνο το δάνειο που λέγαμε, αν είναι δυνατόν, καταλαβαίνετε, 32 δις έλλειμμα το χρόνο, 300 δις χρέος, αν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι…
Ανύπαρκτα διλήμματα, οι λάθος ερωτήσεις. Εκεί που χρειάζεται επαγρύπνηση, περισσότερη προσπάθεια, έλεγχος για να μην υπάρχουν καθυστερήσεις, αντιπολίτευση για να γίνουν οι σωστές επιλογές και όχι οι λάθος, σχηματίζεται πάλι το μέτωπο, βομβαρδίζεται η κοινή γνώμη με το δίλημμα της καθυστέρησης, της στασιμότητας, της χρεοκοπίας: όχι ποιες μεταρρυθμίσεις και πότε, αλλά «όχι στις μεταρρυθμίσεις». Και αυτό βαφτίζεται αντιμνημονιακή πολιτική. Δηλαδή πτώχευση. Γιατί δεν υπάρχει «αντιμνημονιακή» πολιτική. Υπάρχει μόνο αντιευρωπαϊκή, υπάρχει απόρριψη του δανείου. Και κήρυξη πτώχευσης. Και αν τώρα για να αποπληρώσουμε το δάνειο πρέπει να κάνουμε οικονομίες, να εξοικονομήσουμε 5,8 δις φέτος, χωρίς δάνειο πρέπει να κάνουμε ολοκληρωτική λιτότητα, να κόψουμε μεμιάς τα τριπλάσια, να μην έχουμε καθόλου να πληρώσουμε δημόσιους υπαλλήλους, να διώξουμε τους μισούς, να δίνουμε για σύνταξη ψίχουλα. Αυτό ονομάζεται αντιστασιακή πολιτική, περήφανη, ηρωική. Η στάση πληρωμών.
Και η κυβέρνηση αδύναμη, μπαίνει στο αδιέξοδο δίλημμα, μνημόνιο - αντιμνημόνιο, με πισωγυρίσματα, προεκλογικές παροχές, διακαναλικά διαγγέλματα. Για άλλη μια φορά η μπάλα στην εξέδρα, οι εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση πάνε χαμένες, μια ευκαιρία χαμένη για τις πόλεις μας, «αντιστασιακοί και αγωνιστές» στα τηλεοπτικά καφενεία θα υψώνουν λάβαρα ανεξαρτησίας.
Αυτή η πολιτική, η πολιτική της χρεοκοπίας, δημαγωγεί πάνω στην απόλυτα φυσική κούραση, στην απογοήτευση, στο λιγοψύχισμα που σε πιάνει στα μισά του δρόμου. Προσπαθεί να παρουσιάσει την αποδοκιμασία του κόσμου προς το πολιτικό σύστημα που μας χρεοκόπησε όχι ως τέτοια, αλλά ως αποδοκιμασία της βοήθειας από την ευρωπαϊκή κοινότητα, ως αντίθεση στις αλλαγές που πρέπει να γίνουν για να δημιουργήσουμε ένα νέο, βιώσιμο μοντέλο. Εθελοτυφλεί αυτοκτονικά πιστεύοντας ότι μπορεί να διατηρήσει τα προνόμια, τους τρόπους πλουτισμού, την κρατική γραφειοκρατία, τη λαφυραγώγηση του δημοσίου, την κυριαρχία της μετριότητας, της διαπλοκής. Δεν γίνεται. Οι προσπάθειες είναι αδιέξοδες. Και να νικήσουν, θα παρασύρουν και μας και τους εαυτούς τους στην πτώχευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου